Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

έντεσα (ντέζω)

“πιάστηκε από κάπου το σακάκι μου και σκίστηκε” – “Έντεσα σε μια πρόγκα”.
Μεταφορικά = έμπλεξα με κακές παρέες, γενικά …

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἔντεσα (ἐν-δέω) = ἠγγιστρώθην ἐκ τοῦ ἐνδύματος, ἐνεπλάκην, προσέκοψα.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Ἔντεσα = ἀγκυστρώθηκα, ἔντεσα στά βάτα (ἀγκυστρώθηκα στά βάτα).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.