Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

δρακοντιά (η)

βότανο ιαματικό με βολβώδεις πικρές ρίζες. Λέγεται και φιδόχορτο. “Εις σπασμόν ανθρώπου. Ρίζα δρακοντιάς με μέλι ή με άλλον γλυκόν, επειδή γείνει πολύ πικρό, και ας τρώγει πολλές μέρες και γαίνει. (από παλιό γιατροσόφι).
Άγγελος Σικελιανός, Αλαφροΐσκιωτος, στ. 1096 (η αδερφή): “Κι εσύ τη δρακοντιάν εβύζαξες, …”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Δρακοντιὰ /ἡ/ = φυτὸν τῆς οἰκογενείας τῶν ἀροειδῶν, δρακόντιον, φειδόχορτο.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Δρακοντιά = φιδόχορτο.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.