Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

διμήνι (το)

ποικιλία σταριού προς σποράν.
Ωριμάζει σ΄ ένα δίμηνο και σπέρνεται όψιμα κατά το Μάρτη και θερίζεται σε 2-3 μήνες. Τα χωράφια που σπέρνουν διμήνια τα λεν διμηνίστρες.
Μια παράδοση λέει πως το πρώτο όνομα του χωριού Κατωμέρι του Μεγανησίου ήταν Διμηνίστρες.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Δ(ι)μῆνι /τὸ/ (δὶς-μὴν) = ποικιλία σίτου ὡριμάζοντος ἐντὸς διμήνου ἀπὸ τῆς σπορᾶς.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Διμῆνι § εἶδος σίτου λεπτοφυοῦς.

Σημ. Ἐκ τοῦ δύο –μὴν (= μῆνας) διότι τὸ εἶδος τοῦτο τοῦ σίτου δύο μόνοι μῆνες ἀρκοῦσι μετὰ τὴν σποράν του, ἵνα ἀναδώσῃ τὸν ἄσταχύν του, ἐν ᾧ τὰ ἄλλα γεννήματα βραδύνουν ἐπὶ πολλοὺς μῆνας. Ὁ Βυζ. παραλείπει τὴν λ.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.