δ(ι)χάλι
Δ(ι)χάλι /τὸ/ (δὶς-χηλὴ) = δίχαλον, κλάδος μὲ δύο ἐκφύσεις, τὸ σημεῖον διακλαδισμοῦ. διχάλι
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Δ(ι)χάλι /τὸ/ (δὶς-χηλὴ) = δίχαλον, κλάδος μὲ δύο ἐκφύσεις, τὸ σημεῖον διακλαδισμοῦ. διχάλι