Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

χούγιασμα

Χού(γ)ιασμα /τὸ/ (ἰάχω, ἰύζω, Τ. οὔϊ, Σ. οὐγιὰμ) = δημοσία μομφή, ἠθικὸν στίγμα εἰς τὴν κοινὴν συνείδησιν: «τσ’ τὦχνε χούγιασμα».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.