Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

χολοσκάω

Στο χωριό συνηθέστατο.
Μη χολοσκάς, καημένα μ” Νιώθω μεγάλη στενοχώρια.
Ιατρικά: υπερεκχυλίζει η χολή.
Το αρχαίο χολάω (από τη χολή) θα πει μαίνομαι, οργίζομαι, “σκάω από το κακό μου” . Παρακάμπτω τους αρχαίους για να αναφερθώ στο Ιωάννου 7, 23 (της Καινής Διαθήκης) “εμοί χολάτε ότι όλον άνθρωπον υγιή εποίησα εν σαββάτω”, δηλ. πώς θυμώνετε (Φαρισαίοι) εναντίον μου, επειδή ολόκληρο άνθρωπο (όχι ένα μέλος του) ιάτρευσα το σάββατο; (τον παραλυτικό). Άλλο ο χωλός, ο κουτσός.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.