Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

χαραμοψώμης -ω

Χαραμοψώμ(η)ς -ω (Ἀ. Τ. χαρὰμ-ψωμὸς) = ὁ ἀνωφελῶς ἀρτοδοτούμενος, ὀκνηρός, ἄχρηστος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.