Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπιομπό

πράγμα ευτελές, ανάξιο λόγου, μικρό, μικρούτσικο

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπίο-μπὸ /τὸ/ (Ἰ. pio-po) = εὐσπλαχνικῶς ὀλίγον, τόσο δά, ἐλάχιστον.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


(μτφ) το χωρίς μεγάλη αξία, το ανάξιο λόγο.

Από πρφθ του oboe= μικρό πνευστό όργανο.

Ολοκληρωμένη η φράση είναι: “ένα μπιομπό και νια φλογέρα” = για ανάξιο λόγου όφελος

Παναγιώτης Τ. Ματαφιάς – Από τον Αη Μηνά ίσαμε το Πόντε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.