Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπαρμπέρης (ο)

ο κουρέας.

Παλιότερα οι μπαρμπέρηδες στη Λευκάδα, ιδιαίτερα στην πόλη, ήτανε πολλοί και το επάγγελμά τους προσοδοφόρο. Κούρευαν, ξύριζαν, έλουζαν, αλλά και τον κομπογιαννίτη λαϊκογιατρό έκαναν. Ήταν ειδικοί στη θεραπεία της λιόκρισης, συμμετείχαν σε καλλιτεχνικά σωματεία, τραγουδούσαν ωραία και σχεδόν όλοι έπαιζαν μαντολίνο ή κιθάρα.

Πέρα απ΄ όλα αυτά ήταν και κατασκευαστές μαντολάτου και παστελιού. Το μαντολάτο ήταν πράγματι πολύ φημισμένο και κατασκευαζόταν από μύγδαλα, ασπράδι αυγού και μέλι θυμαρίσιο. Σήμερα ελάχιστοι κουρείς ασκούν το επάγγελμα και μόνο ένας παρέμεινε και ως κατασκευαστής μαντολάτου και παστελιού (την εποχή του Κοντομίχη, του συγγραφέα του λεξικού, εννοείται).

Ας σημειωθεί ότι τα παλαιά κουρεία ήταν και τόπος συζητήσεων πάσης φύσεως μεταξύ των πελατών και άλλων συμπολιτών. Όλα τα κοινωνικά και πολιτικά κουτσομπολιά από τα κουρεία έβγαιναν.

Δημ. Τραγ. του γάμου: “Μπαρμπέρ΄μ, κόψε μ΄τα μαλλιά, βγάλε μου και τα γένια / κι εγώ θα πάω να παντρευτώ να πάρω μαι γυναίκα, / να πάρω την Παρασκευή και την καλή την κόρη”. (Δημοτικά Τραγούδια της Λευκάδας, σελ 90 (117) και 102 (150).

Παροιμίες: “κούρευε, γριά, τ΄ αυγό, να πάρεις το μαλλί του” – “οπούχε γνώση εκούρευε και δεν εκαλοκούρευε”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπαρμπέρ(η)ς /ὁ/ (Ἰ. barbiere) = κουρεύς, κομμωτής, ξυριστής.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


και μπαρμπιέρης

Γλωσσάριο Ελένης Γράψα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.