Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπαλτσάνα (η)

το ξεμπράτσωμα, το γυρισμένο κάτω μέρος του μανικιού των γυναικείων φορεμάτων. Συνήθεια με πρακτικό πάντα αποτέλεσμα: να μην εμποδίζονται στις δουλειές, στο πλύμα, στο ζύμωμα κλπ. Ανασκούμπωμα, γύρισμα των μανικών. “Ανασκουμπώσου θα ζυμώσομε” – “Το ξεμπρατσώθηκες, θα ζυμώσεις;”

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπαλτσάνα /ἡ/ (Ἰ. balzana) = περιβραχιόνιον γυναικείου φορέματος, ἀνεστραμμένη περιχειρίς, μανικέτι.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.