Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αξε

Αξε – μόρ. στερ. μετὰ τῆς προθ. ἐξ εὔχρ. ἐν συνθ. § = ἀνεξ–. Π. ἀξετίμωτος = ἀνεκτίμητος.

Σημ. ἰδ. Ἀξ – μόρ. στερ· (περὶ τοῦ ω ἀντὶ η εἰς τὴν λ. ἀξετίμωτος, ἰδὲ λ. ἀγένωτος).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.