Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αξάγκλιγος

  1. αχτένιστος
  2. μαλλιά μπερδεμένα ανθρώπου ή προβάτων = μη χτενισμένα, επεξεργασμένα.
    μτφ.: “Μαλλιά αξάγκλιγα”, δηλ. κατάστασή περιπλεγμένη. “Αυτού είναι μαλλιά αξάγκλιγα” = δεν τακτοποιούνται εύκολα.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀξάγκλ(ι)γος -η -ο: (ἀ-ἐξ-ἀγκύλη) = ἔριον ἢ κόμη περιπεπλεγμένη, μαλλίον ἀκατέργαστον. «μαλλιὰ ἀξάγκλιγα».

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.