Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

άραχνος -η -ο

ταλαιπωρημένος, θλιμμένος, αραχνιασμένος: “Μαύρος κι άραχλος είναι ο δυστυχής”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἄραχνος -η -ο: (ἀράχνειος) = ἀραχνιασμένος, ἔρημος, πένθιμος, δυστυχής.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης  


“Μαύρα κι άραχλα”, απαντάται στην ερώτηση: “πώς τα βλέπεις τα πράγματα;”
Επίθετα από το άραχνος (αράχνη) και μαύρος. Ο Παλαμάς: “Και στο σπίτι τ΄ άραχλο γυρνώντας … “.
Μεταφορικά ο άθλιος,, ο ελεεινός (αραχνιασμένος κ.λπ). Το άραχλος είναι ο λαϊκός τύπος του άραχνος.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης


Ἄραχνος = ἄραχλος, πένθιμος καί δυστυχισμένος, μαύρη κι ἄραχνη (μαύρη κι ἄραχλη).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής


 Άραχνος-η-ον : (αράχνειος) = ο αραχνιασμένος. Η έκφραση «μαύρα κι άραχνα» δηλώνει την απελπιστική κατάσταση της ερήμωσης και της εγκατάλειψης, όπου ευδοκιμούν μόνο οι ιστοί της αράχνης…Γλωσσάριο Ιωάννας. Κόκλα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.