Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αλησμονώ

Αλησμονώ: (α επιτατ.+λησμονώ) = ξεχνώ, (αρχ.ρ. λανθάνω, επι-λέλησμαι, πρκ.), λήθη = λησμονιά, δωρ. λάθα.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Ετυμολογική σημείωση:
το αρχικό /a/ είναι προθεματικό, πβ. απαρατάω > παρατάω, απαλάμη > παλάμη κ.ά.

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.