Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αλιάδα (η)

η σκορδαλιά στην παρασκευή της γίνεται μέσα σε γουδί πέτρινο, ξύλινο, χάλκινο.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἁλιάδα:  /ἡ/ (Λ. allium, Ἰ. agliata) = σκορδάλμη, σκορδαλιά.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Ετυμολογική σημείωση:
το επίθημα -άδα προέρχεται από το βεν. ada, αλλά το θέμα αλι- αποδίδει το ιταλ. aglio ‘σκόρδο’, και όχι το αντίστοιχό του βεν. ai ‘σκόρδο’. Εικάζω, συνεπώς, ότι πρόκειται όντως για ιταλικό δάνειο που αρχικά θα είχε τη μορφή *αλιάτα και μετά προσαρμόστηκε κατά τα ουσιαστικά που λήγουν σε -άδα (< βεν. ada) όπως λεμονάδα, πορτοκαλάδα κ.ά.

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.