Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αϊτέρνω

Και αϊτάρω, από επίδραση του ιταλικού τύπου ajutare (βοηθώ).

Λέμε: “θα τον πάρω να μ΄ αϊτάρει, να με βοηθήσει, δηλαδή (στις ελιές, τον τρύγο κ.ο.κ.). Προτιμητέος ο τύπος του ενεστώτα αϊτέρνω. Ομόηχο του το αϊτέρι.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης


Ετυμολογική σημείωση:
η λέξη δεν έχει καμία σχέση με το αϊτέρι (βλ.λ.), όπως φαίνεται να υπονοείται παραπάνω όταν γίνεται λόγος για «επίδραση του ιταλικού τύπου ajutare» και για την «ομοηχία» του αϊτέρνω με το αϊτέρι, αλλά αποτελεί απλώς άλλο τύπο του αϊτάρω (βλ.λ.) (πβ. τρακάρω και τρακέρνω), με το αξιοπρόσεκτο επίθημα -έρνω (βλ.λ. αβυζέρνω), που ίσως οφείλεται σε επίδραση από την Αιτωλοακαρνανία, δεδομένου ότι κατά κανόνα δεν απαντά στις γλωσσικές ποικιλίες των άλλων ιόνιων νησιών, αλλά κυρίως σε βορειοελλαδικές ποικιλίες, βλ.λ. αϊτάρω

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.