Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αγκομαχητό (το)

άγχος, λαχάνιασμα.
“ανέβηκα όλον αυτόν τον ανήφορο και αγκομάχησα, ως που να βγω στην κορυφή”.
Ο βαρύς μόχθος προκαλεί, αγκομαχητό.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀγκομαχ(η)τὸ:  /τὸ/ (ὄγκος, ἄγχος- μάχη, μυχὸς) = ἆσθμα, πνευστασμὸς ἀτόμου προσφάτως τρέξαντος ἤ βαρέως μοχθήσαντος, λαχάνιασμα.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.