Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αδά ή μαδά (επίρρ.)

μήπως … (“αδά ξέρω;”, “μαδά πήγα …”, “μαδά πέρασε από δω;”),

ο τύπος αυτός συναντάται στα χωριά περισσότερο.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ετυμολογική σημείωση:
Το αδά από τα αν + δα, το μαδά από τα μα + δα ή από τα μη + αν + δα.
Η συνήθης ετυμολόγηση του δα είναι από το αρχ. δή με επίδραση του δεικτικού να, αλλά δεν τη θεωρώ ικανοποιητική. Εικάζω πιθανή προέλευση από τα εδώ + να (> εδωνά > δα) (πβ. θε’να > θα).

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.