Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

άχνα (η)

η μιλιά: “Δεν βγάζει άχνα” = δε μιλάει, δε διαμαρτύρεται καθόλου …
“Έπεσε κάτω άπνοος χωρίς να βγάλει άχνα”
φράση: “Δεν ακούστηκε άχνα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἄχνα /ἡ/ (ἀ-χνοῦς, ἄχνη) = χνοῦδι, ἀχνός, πάχνη. «δὲν ἔβγαλ’ ἄχνα» = δὲν έξέπεμψεν οὐδ’ ἀχνόν, δὲν ἐπρόφερε λέξιν.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Είναι ο δωρικός τύπος της λέξης άχνη, που ξέρουμε (αλεύρι για γλυκίσματα). Έχει όμως και τη σημασία – έννοια- που περιγράφει ο Δημητράκος: “συνεκδ. η αναπνοή και ο εξ αυτής αναδιδόμενος ελαφρός ήχος, ψίθυρος, πρβλ. εποφ. αχ”.
Λέμε λοιπόν επιτακτικά σε κάποιον που δε θέλουμε να μιλήσει: “Πρόσεξε, κακομοίρη (ρα) μ΄ μή βγάλεις άχνα …”.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.