Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

άχερο

η καλαμιά του σιταριού κ.α. δημητριακών, που γίνονται μικρά κομμάτια, μεταφέρονται στο σπίτι από τις γυναίκες μέσα σε μεγάλα ρούχα σκεπαστάρικα και τα ρίχνουν στον πλοκό, για να ταίζουν τα ζώα του σπιτιού, εξ ου και η αρχαία παροιμία: “Όνος εις άχυρα”, δηλ. ο γάιδαρος βρήκε ανέλπιστα άχυρο και το απολαμβάνει.

παροιμίες νεότερες: “δυο γάιδαροι εμάλωναν σε ξένο αχεριώνα” – “Ξεραγγιανό γαϊδούρι, β’λιασμός στ΄άχερο” – “Από κακό χρεοφειλέτη και σακί άχυρο”.
φράσεις: “Άχυρο έχει μέσα το κεφάλι σου;” “δεν τρώγω άχυρα”.

Για τα άνοστα φαγητά: “Αυτό το φαγητό ήταν σαν άχυρο” – “Τα ψάρια που αγόρασα σαν άχυρο ήταν”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.