αχαμνά (τα)
το ουδ, πληθυντικού. Οι όρχεις και όλο το πάνω μέρος γύρω από αυτά. Θεωρείται πολύ ευαίσθητο μέρος: “Τον κλότσησε δυνατά στα αχαμνά και τον σώριασε κάτω”.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
το ουδ, πληθυντικού. Οι όρχεις και όλο το πάνω μέρος γύρω από αυτά. Θεωρείται πολύ ευαίσθητο μέρος: “Τον κλότσησε δυνατά στα αχαμνά και τον σώριασε κάτω”.