Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αμπέλια

απαντά συνοδευόμενο από άλλη λέξη, κυρίως τη λέξη “κάνω” (-ει κ.λπ).
“Μας κάνει αμπέλια”, δηλ. αποφεύγει κουβέντες και συζητήσεις μαζί μας. “Της κάνει αμπέλια” = προσπαθεί να αποδεσμευτεί. “Είπε πως θα αγοράσει το χωράφι, αλλά βλέπω κάνει αμπέλια, φαίνεται το μετάνιωσε”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀμπέλια:  /τὰ/ (ἀ-πέλας, πέλω, ἄμπελος) ἀπαντᾶται εἰς τὴν φράσιν: «κάνω ἀμπέλια» = ἀποφεύγω τὴν ἀπευθείας συνάντησιν ἢ ἐξήγησιν, κωλυσιεργῶ.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.