Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

Αποτελέσματα αναζήτησης για κουμαρι

Κ(ου)μάρι

Κ(ου)μάρι /τὸ/ (κόμβος, κύμβη -άριον) = ὑδροδοχεῖον. Κμάρι / Κουμάρι