αναπγεντ΄σά (η)
ανυπακοή, έλλειψη σεβασμού – αναίδεια: “Μεγάλη αναπγεντ΄σά σε δέρνει παιδάκι μου”. Αναιδής συμπεριφορά,μικρών κυρίως στους μεγάλους. ρήμα: αναπγεντάω ή πγεντάω Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης Ἀναπ(ι)γεντ(ι)σὰ: /ἡ/ (ἀνὰ – Ἰ. pieta) = ἀπείθεια, ἀνευλάβεια, ἀναίδεια. Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης