οι βολυμήθρες είναι κομμάτια μολύβδου, που δένονταν κατά διαστήματα στο κάτω σκοινί του διχτυού των ψαράδων και βυθίζεται στο ανάλογο βάθος. Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης Βολ(υ)μήθρα /ἡ/ = μολυβήθρα, τεμάχιον μολύβδου, μολύβδινον βαρύδι προσαρμοζόμενον κατὰ διαστήματα εἰς τὸ κάτω μέρος δικτύου πρὸς ποντισμόν. Tα Λευκαδίτικα – … Συνεχίστε να διαβάζετε το βολυμήθρα (η).
Αντιγράψτε και επικολλήστε αυτόν τον σύνδεσμο στον WordPress ιστότοπο για ενσωμάτωση
Αντιγράψτε και επικολλήστε αυτόν τον κώδικα στον ιστότοπό σας για να ενσωματωθεί